Τρίτη 9 Δεκεμβρίου 2014

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗ: Στο απόσπασμα των ανατροπών η νέα γενιά

Κ
Για παλιούς και νέους ασφαλισμένους, 
για εργαζόμενους, άνεργους και συνταξιούχους, 
οι επερχόμενες ανατροπές στην Κοινωνική Ασφάλιση
 πρέπει να σημάνουν συναγερμό!
αθώς συνεχίζονται οι διαβουλεύσεις κυβέρνησης - τρόικας και παρά τους κυβερνητικούς ισχυρισμούς, γίνεται όλο και πιο καθαρό το εύρος και το βάθος των νέων αντιλαϊκών ανατροπών. Αιχμή των παρεμβάσεων που ήδη έχουν αποφασιστεί, είναι και πάλι η Κοινωνική Ασφάλιση, επιβεβαιώνοντας ότι η επίθεση σ' αυτή αποτελεί στρατηγική επιλογή του κεφαλαίου και των κυβερνήσεών του, αλλά και της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Και δεν είναι τυχαίο ότι η ομάδα που, περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη μπαίνει στο στόχαστρο, είναι η νέα γενιά. Τους νέους, δηλαδή αυτούς που σήμερα βρίσκονται στην ηλικία των 40 ετών και κάτω, βάζει στο σημάδι η κυβέρνηση, καταδικάζοντας ένα μεγάλο τμήμα τους, μετά το τέλος του εργάσιμου βίου τους, να μην μπορούν να εξασφαλίσουν ούτε μια σύνταξη.
Εκεί ακριβώς οδηγεί η δραστική αύξηση του ελάχιστου αριθμού ενσήμων για την κατοχύρωση του δικαιώματος στη σύνταξη από τα 4.500 σήμερα στα 6.000 ένσημα, γι' αυτούς που γεννήθηκαν μετά το 1975 και άρχισαν να εργάζονται μετά το 1993, δηλαδή θεωρούνται «νέοι» ασφαλισμένοι. Πρόκειται για τη δεύτερη αύξηση του ελάχιστου χρόνου ασφάλισης, προκειμένου να έχει κάποιος σύνταξη, μέσα στα τελευταία 20 χρόνια και αθροιστικά αγγίζει το 50%: Από τα 4.050 ένσημα (πριν το 1993), στα 6.000 τώρα. Αφορά μάλιστα τους ασφαλισμένους όλων των Ταμείων, μισθωτούς, αυτοαπασχολούμενους, αγρότες, επιστήμονες, άντρες και γυναίκες.
Το μέτρο αυτό γίνεται ακόμα πιο επώδυνο σε συνθήκες όπου τα ποσοστά ανεργίας των νέων ήταν και είναι πολύ μεγαλύτερα από τον πανεθνικό μέσο όρο, η πρόσβαση και ένταξη στην εργασία γίνεται σε μεγαλύτερη ηλικία απ' ότι παλιότερα, ενώ η νέα γενιά δοκιμάζεται από την επέκταση των ευέλικτων μορφών απασχόλησης και μάλιστα σε ορισμένους κλάδους (εμπόριο, τουρισμός, γενικά στις υπηρεσίες) έχουν γίνει καθεστώς.
Είναι χαρακτηριστικό ότι το πρώτο τρίμηνο του 2014, με ποσοστό ανεργίας στο 27,8%, η ανεργία των νέων 15 έως 24 ετών ήταν 56,7%, δηλαδή διπλάσια, ενώ στην ηλικία 25 έως 29 ετών ήταν στο 42,4%. Μάλιστα στις γυναίκες, τα ποσοστά ανεργίας είναι 61,5% και 44,2% αντίστοιχα. Που σημαίνει ότι για τις γυναίκες η ανατροπή αυτή, μαζί με όλα τα άλλα βάρη που φέρνει και δυσκολεύουν την πρόσβασή τους στην εργασία, ισοδυναμεί με γεράματα χωρίς κανένα εισόδημα! Αλλά και γι' αυτούς που εργάζονται, το 5θήμερο και το 8ωρο, δηλαδή το ολόκληρο ένσημο για 300 ημέρες ασφάλισης το χρόνο, είναι ένα μακρινό όνειρο.

Δουλειά μέχρι τον τάφο

Αν για τη νέα γενιά οι συνέπειες των νέων μέτρων είναι καταστροφικές, δεν είναι λιγότερο επώδυνες για τις μεγαλύτερες ηλικίες που έχουν ήδη διανύσει μεγάλο μέρος του εργάσιμου βίου τους. Ετσι η κυβέρνηση σχεδιάζει την κατάργηση όλων των ειδικών ορίων συνταξιοδότησης πριν το 62ο έτος, αλλά και πριν το 67ο έτος.
Το μέτρο αυτό επιφέρει νέες αυξήσεις στα ειδικά όρια ηλικίας που ίσχυαν για ορισμένες ομάδες ασφαλισμένων. Στοχεύει ιδιαίτερα στους ασφαλισμένους στο καθεστώς των ΒΑΕ, στις γυναίκες με ανήλικα παιδιά που είχαν συμπληρώσει το 2011 και 2012 τα χρόνια ασφάλισης, αλλά δεν είχαν το όριο ηλικίας, όπως και στους εργαζόμενους στο Δημόσιο με 25ετία αλλά και στις τράπεζες και πρώην ΔΕΚΟ, καθώς και στους ένστολους που συνταξιοδοτούνταν με τα ειδικά όρια. Σύμφωνα με το σχέδιο, θα προστεθούν δύο επιπλέον χρόνια εργασίας για όσους «έκλειναν» τις προϋποθέσεις το 2019 και 4 χρόνια επιπλέον σε όσους είχαν τις προϋποθέσεις το 2020.
Αυτό σημαίνει ότι μετά το 2021, κανένας εργαζόμενος, όπου και να είναι ασφαλισμένος, δε θα μπορεί να συνταξιοδοτείται πριν το 67ο έτος. Νωρίτερα (και μέχρι το 62ο έτος) θα μπορούν να συνταξιοδοτούνται μόνο όσοι έχουν 12.000 ένσημα, δηλαδή 40 χρόνια πλήρους και συνεχούς ασφάλισης, κάτι που είναι περισσότερο μια «θεωρητική δυνατότητα» και όχι κάτι που θα αφορά έναν ικανό αριθμό ασφαλισμένων.
Εξαίρεση αποτελεί μόνο η σύνταξη αναπηρίας που και αυτή όμως έχει γίνει πλέον μια πραγματική «Οδύσσεια», για όσους είχαν την ατυχία να προσβληθούν από ασθένεια ή να έχουν ατύχημα, καθώς και οι ασφαλισμένοι που οι κλάδοι τους και το επάγγελμά τους θα συνεχίσουν να υπάγονται και τα επόμενα χρόνια στο καθεστώς των ΒΑΕ. Αλλά και γι' αυτούς, οι συνθήκες έχουν δραματικά χειροτερέψει, καθώς τα επαγγέλματα αυτά σχετίζονται με κλάδους που έχουν συρρικνωθεί και ως εκ τούτου η συμπλήρωση του απαραίτητου αριθμού ενσήμων, ειδικά μάλιστα τα τελευταία χρόνια της εργασίας τους, έχει γίνει σχεδόν αδύνατη.
   
Δε βλέπουν σύνταξη ούτε με το κιάλι!

Το μέτρο που σχεδιάζει η κυβέρνηση, πλήττει ταυτόχρονα και ορισμένα επαγγέλματα και κλάδους, τα οποία χαρακτηρίζονται από εποχικότητα ή έντονες διακυμάνσεις στην απασχόληση εξαιτίας των συνθηκών που ασκούνται.
Αξίζει να αναφέρουμε ότι στον κλάδο της κατασκευής και των οικοδομών, η μέση ετήσια απασχόληση, όπως προκύπτει από τα επίσημα στοιχεία του ΙΚΑ, δεν ξεπερνά τα 120 ένσημα το χρόνο, που σημαίνει ότι ένας οικοδόμος για να συμπληρώσει τα 6.000 ένσημα και να κατοχυρώσει το δικαίωμα στη σύνταξη, απαιτείται να μείνει «ενεργός» στο επάγγελμα 50 ολόκληρα χρόνια!
Αντίστοιχα, ανυπέρβλητο θα είναι το πρόβλημα και σε κλάδους της μεταποίησης, όπως οι εργαζόμενοι στην επεξεργασία φρούτων, των οποίων η απασχόληση δεν ξεπερνά τους 3 με 4 μήνες και άρα ο αριθμός των ενσήμων δεν ξεπερνά τα 100 το χρόνο.
Για να μη μιλήσουμε για τον κλάδο του τουρισμού, όπου τα δίωρα και τα τρίωρα, ή η εργασία μιας μέρας αφορούν κυρίως τους νέους και κάνουν θραύση. Μαζί με τις δεκάδες χιλιάδες «καταρτιζόμενους» από πάσης φύσης σχολές κατάρτισης και μαθητείας, που κάθε χρόνο τους παρέχουν στους μεγαλοξενοδόχους χωρίς ασφάλιση. Μια γενιά δηλαδή, που αν και δουλεύει, δεν εξασφαλίζει ένσημο, όπως γινόταν σε πολύ μεγάλο βαθμό και για τη γενιά των παππούδων τους.
Οπως και για τον κλάδο του μετάλλου και της ναυπηγικής βιομηχανίας, όπου εξαιτίας της φθίνουσας πορείας τους, ο μέσος αριθμός ημερών ασφάλισης, ακόμα και πριν την κρίση, δεν ξεπερνούσε τις 150, ενώ μετά το 2009 δεν ξεπερνά τα 50 ένσημα το χρόνο, ειδικά σε χώρους όπως η «Ζώνη». Αλλά και σε μια σειρά βιοτεχνίες και μηχανουργεία, τα οποία είχαν συνδέσει τη δουλειά τους με τη λειτουργία των μεγάλων ναυπηγείων που έχουν οδηγηθεί σε κλείσιμο και χρόνια υπολειτουργία.
Με μια κουβέντα, για τους νέους, η υπόθεση της συνταξιοδότησης μετατρέπεται σε ένα μακρόχρονο αγώνα χωρίς τίποτα να θεωρείται δεδομένο και που για να την εξασφαλίσουν, θα οδηγούνται με τη βία να παραμένουν στην παραγωγή, πέραν και του 67ου έτους ηλικίας συνταξιοδότησης.
   
Η κομπίνα με τη λεγόμενη "βασική σύνταξη"

Οσον αφορά στον τρόπο εφαρμογής της 20ετίας, απ' ότι μέχρι τώρα έχει γίνει γνωστό, αλλά και τη σχετική αποστροφή από την τοποθέτηση του υπουργού Εργασίας Γ. Βρούτση στη Βουλή, προκύπτει ότι η λεγόμενη «βασική σύνταξη» που θεσμοθετήθηκε με το ν. 3863/2010, θα δίνεται μόνο μετά από 20 έτη ασφάλισης (6.000 ένσημα) και αυτή ανάλογα με τα έτη εισφορών. Για όσους έχουν ασφάλιση από 4.500 έως 6.000 ένσημα, δε θα καταβάλλεται ούτε μέρος της «βασικής», αλλά μόνο η σύνταξη που θα προκύπτει από τις εισφορές.
Ομως, ακόμα και όσοι από τους νέους εργαζόμενους καταφέρνουν να σπάσουν το φράγμα των 6.000 ημερών ασφάλισης, θα λαμβάνουν μια ελάχιστη σύνταξη, πολύ μικρότερη από τη σημερινή κατώτερη σύνταξη (486 ευρώ) που εξασφαλίζεται με τα 4.500 ένσημα, καθώς πλέον ο συντελεστής αναπλήρωσης για κάθε χρόνο ασφάλισης είναι 0,80% έως 0,92%, αντί του 2% που ίσχυε πριν την ψήφιση του ν. 3863.
Οσο για τους «νέους» ασφαλισμένους που δε θα συμπληρώνουν ούτε τα 4.500 ένσημα, αυτοί δε θα λαμβάνουν καμία σύνταξη, αλλά θα παραπέμπονται στο «Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα», δηλαδή στο πτωχοκομείο των 200 ευρώ το μήνα και αυτό υπό την προϋπόθεση των εισοδηματικών κριτηρίων που θα τίθενται κάθε φορά!
Από τα παραπάνω προκύπτει η παραπέρα μείωση της κρατικής χρηματοδότησης προς τα Ταμεία, που βέβαια πηγαίνει μαζί με τις απαλλαγές προς τους εργοδότες. Καθώς η κρατική χρηματοδότηση τα επόμενα χρόνια σταδιακά περιορίζεται μόνο στη λεγόμενη «βασική σύνταξη» (νόμος 3863), την οποία μάλιστα θα λαμβάνουν μόνο οι ασφαλισμένοι που έχουν συμπληρώσει τα 6.000 ένσημα, γίνεται φανερό ότι το κράτος αποσύρεται από τη χρηματοδότηση της Κοινωνικής Ασφάλισης και το βάρος της σύνταξης, που έτσι κι αλλιώς θα είναι σε ακόμα χαμηλότερα επίπεδα από τις σημερινές, φορτώνεται στις πλάτες του εργαζόμενου, του αυτοαπασχολούμενου και του αγρότη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου