Δευτέρα 9 Φεβρουαρίου 2015

Κρίσιμο ζήτημα να μη χαθεί χρόνος για το εργατικό - λαϊκό κίνημα

Ελένη  Μπέλλου
Η Ελένη Μπέλλου, μέλος του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, μίλησε την Πέμπτη σε σύσκεψη στην Νέα Ιωνία, η οποία πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια της μετεκλογικής συζήτησης που αναπτύσσουν οι Κομματικές Οργανώσεις του ΚΚΕ, σε όλη τη χώρα, με οπαδούς και τους φίλους του Κόμματος, για την ενημέρωση και τη μαχητικοποίηση του λαού την «επόμενη μέρα».
***
Ο
πως θα έχετε συζητήσει και με βάση την Ανακοίνωση της ΚΕ, εκτιμάμε ότι το Κόμμα στις πρόσφατες εκλογές κατάφερε να έχει ένα σχετικά καλό αποτέλεσμα, σε σχέση με τις συνθήκες διεξαγωγής της εκλογικής πάλης. Κατάφερε να αυξήσει ψήφους, ποσοστό και βουλευτές, σε συνθήκες που, θα λέγαμε, ότι ήταν πιο δύσκολες από τις εκλογές του Ιούνη του '12, γιατί ήταν πιο διαμορφωμένη η αναμονή να φύγει αυτή η κυβέρνηση και να έρθει μια άλλη, που λέει ότι θα κάνει κάτι καλύτερο για το λαό. Μάλιστα, όχι οποιαδήποτε κυβέρνηση αλλά από κόμμα που λέει ότι είναι αριστερό, φιλολαϊκό, φιλεργατικό. Σ' αυτές τις συνθήκες, το αποτέλεσμα για το Κόμμα είναι καλό. Είναι αποτέλεσμα της δουλειάς και της προσπάθειας όλων των μελών του Κόμματος, της ΚΝΕ, των οπαδών, των δραστήριων ανθρώπων, ακόμα και ανθρώπων που τελευταία έχουν προσεγγίσει το Κόμμα με την ψήφο και με τη δράση τους το κίνημα.
Το συνολικό αποτέλεσμα, η σύνθεση στη Βουλή, η διάταξη των κομμάτων κατά κόρον προβάλλεται ότι είναι καινούρια, με μεγάλες αλλαγές, ότι η αριστερά έχει τα περισσότερα έδρανα της Βουλής, ότι πρώτη φορά μπαίνουν καινούρια κόμματα, όπως Το Ποτάμι, ή ότι άλλα κόμματα, όπως το ΠΑΣΟΚ, είναι συρρικνωμένα. Αυτό το αποτέλεσμα, η σύνθεση της Βουλής δε δίνει κάτι καλό για την προοπτική των αναγκών των εργατών, των μισθωτών, των αυτοαπασχολούμενων, των φτωχών αγροτών, των οικογενειών τους και της νεολαίας τους, ανεξάρτητα πώς προβάλλεται από τις τηλεοράσεις και τα ΜΜΕ. Αν και είναι ένα αναμενόμενο αποτέλεσμα, αφού όλοι περίμεναν ότι πρώτο κόμμα θα ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ, δε συνιστά μια αλλαγή για τις εργατικές - λαϊκές ανάγκες. Υπάρχει, όμως, πολύς κόσμος που έχει πολλές προσδοκίες από τη νέα κυβέρνηση.
Αποτέλεσμα σταθερής δουλειάς με τη στρατηγική του Κόμματος
Το αποτέλεσμα του Κόμματος έχει και μια διάσταση πολύ σημαντική: Είναι πολύ μεγαλύτερο, όπως και οι ψήφοι του, σε όλες σχεδόν τις εργατικές - λαϊκές περιοχές της Αττικής, στον άξονα από τα νοτιοδυτικά μέχρι τα βορειοδυτικά, όπου υπάγεται και η Ν. Ιωνία, δηλαδή με πολύ καλύτερη ψήφιση του Κόμματος από τις δυνάμεις που απευθύνεται, τα εργατικά - λαϊκά στρώματα. Επίσης, είναι πολύ υψηλά τα ποσοστά του σε περιοχές όπου έχει διαμορφωθεί ιστορικά μια παράδοση στη γενικότερη πολιτική επιρροή του ΚΚΕ, όχι μόνο εκλογικά και εκφράστηκε και σ' αυτές τις εκλογές, παρά τη μεγάλη πίεση, όπως σε νησιά του Αιγαίου ή του Ιονίου. Δεν είναι τυχαίο, έχει περάσει φωτιά και σίδερο η δράση του Κόμματος σε τέτοιες περιοχές.
Ακόμα και τα exit polls δίνουν στοιχεία ότι ανεβαίνει το ποσοστό του Κόμματος σε νέες ηλικίες και μια αντιστροφή στην ψήφο των γυναικών: Κλείνει η ψαλίδα στο πώς ψήφισαν άντρες - γυναίκες το Κόμμα, αν και είναι ακόμα κάτω, γενικά η ψήφος των γυναικών είναι πίσω από την ψήφο των αντρών. Και η ΝΔ και ο ΣΥΡΙΖΑ έχουν τρεις μονάδες πάνω στις γυναίκες σε σχέση με τους άντρες. Αυτό σημαίνει για εμάς ότι πρέπει να κάνουμε πιο συστηματική δουλειά στις νέες, στις εργαζόμενες, πρώτα απ' όλα, γυναίκες.
Να πάρουμε υπόψη μας ότι το αποτέλεσμα δεν ήρθε στενά σε μια «προεκλογική περίοδο», που ήταν και περιορισμένη. Ηταν αποτέλεσμα μιας σταθερής δουλειάς του Κόμματος με άξονα τη στρατηγική του, την πάλη του για να αναδείξει όλα τα χαρακτηριστικά στην οικονομία, στην πολιτική και τους θεσμούς, την ανάγκη μιας άλλης οικονομίας, λαϊκής - σοσιαλιστικής, την ανάγκη να αλλάξει χέρια η εξουσία, να φύγει από την αστική τάξη και να έρθει στα χέρια της εργατικής τάξης. Αλλά και στις συνθήκες που πρέπει να προηγηθούν και με τη δουλειά του εργατικού - λαϊκού κινήματος και με τη δουλειά του Κόμματος, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά να διαμορφωθεί αυτό που λέμε υποκειμενικός παράγοντας, ώστε να μπορέσει να γίνει πραγματικότητα η αλλαγή εξουσίας.
Η κάλπικη προπαγάνδα της "νέας εποχής" και της "αριστεροσύνης"
Από την ομιλία της Ελ. Μπέλλου στη Νέα Ιωνία
Τι είναι αυτό που δημιουργεί προσδοκίες από την καινούρια κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ σε συνεργασία με τους ΑΝΕΛ; Αυτή την προσδοκία, που την καλλιέργησε η τακτική του ΣΥΡΙΖΑ και έτσι θα συνεχίσει να κινείται. Από την πρώτη μέρα βγήκε με δηλώσεις λέγοντας ότι έχουμε μια «νέα εποχή» και άλλα μεγάλα λόγια, όπως ότι «αλλάζει σελίδα ο τόπος» κλπ. Δεν τα λέει τυχαία, ξέρει καλά και ο ΣΥΡΙΖΑ και τα επιτελεία του πρωθυπουργού, οι υπουργοί του: Η «νέα εποχή» είναι έννοια δανεισμένη από τη μαρξιστική - λενινιστική πολιτική ορολογία, που σημαίνει νέα εποχή σε σχέση με τη δυνατότητα να αντικατασταθεί ο καπιταλισμός από ένα καινούριο κοινωνικοοικονομικό σύστημα: Το Σοσιαλισμό, ως κατώτερη βαθμίδα του Κομμουνισμού.
Αυτό, λοιπόν, που λέει «νέα εποχή» ο Τσίπρας, που το δανείζεται από τον Λένιν, καμία σχέση δεν έχει με αυτό που διακήρυττε και διακηρύσσει ότι θα κάνει. Η διακυβέρνησή του θα εξυπηρετήσει τον καπιταλισμό, τον καπιταλιστικό ανταγωνισμό, τις καπιταλιστικές επιχειρήσεις μέσα στα πλαίσια της Ευρωζώνης, της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Επομένως, δεν είναι «νέα εποχή».
Ασκείται μια συγκεκριμένη, επεξεργασμένη τακτική στην προπαγάνδα, όχι μόνο από τη σημερινή κυβέρνηση αλλά και από τα ΜΜΕ και τους ίδιους τους φυσικούς εκπροσώπους του κεφαλαίου: Οι βιομήχανοι, οι εφοπλιστές, οι μεγαλέμποροι, οι εκπρόσωποί τους σε διάφορους τομείς της οικονομίας, όπως ο τουριστικός. Δε θα έβγαινε πρώτο κόμμα ο ΣΥΡΙΖΑ αν δεν είχαν τέτοιοι φορείς σταθεί ευνοϊκά απέναντί του. Αλλοι είχαν από πριν ταχθεί ευνοϊκά, κάποιοι κράταγαν ίσως ίσες αποστάσεις ανάμεσα στο ΣΥΡΙΖΑ και τη ΝΔ και κάποιοι βγήκαν ανοιχτά και τάχθηκαν την επόμενη μέρα των εκλογών υπέρ του. Δεν είναι τυχαίο, είναι στήριξη της προσπάθειας της νέας κυβέρνησης.
Επίσης, έχουμε και μια πιο επεξεργασμένη τακτική που ακολουθεί ο ΣΥΡΙΖΑ, σύσσωμος ή ένα κομμάτι του: Διοχετεύει ότι έχει ιδεολογική συγγένεια με το ΚΚΕ. Μάλιστα, το έκανε ακόμα και την ίδια μέρα που ανακοίνωνε -και φαινόταν ότι τα είχε συμφωνημένα από πριν- τη συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ. Αυτό διοχετεύτηκε και με τα βιογραφικά του πρωθυπουργού, των νέων υπουργών, τονίζοντας ότι ήταν στελέχη του ΚΚΕ, κάτι που ισχύει, αλλά ήταν στελέχη που έκοψαν λάσπη από το ΚΚΕ.
Δηλαδή, την ίδια στιγμή που η κυβέρνηση θα ακολουθεί μια καθαρά φιλομονοπωλιακή, καπιταλιστική, ευρωενωσιακή πολιτική, θα λέει, όταν απευθύνεται στις εργατικές - λαϊκές μάζες, ότι είναι αριστερό κόμμα και θα βρίσκει και τρόπους να δημιουργεί την εντύπωση ότι έχει σχέση με αυτό που λέγεται αριστερά και κομμουνισμός με διάφορες σημειολογικές κινήσεις, όπως η επίσκεψη του Τσίπρα στην Καισαριανή κ.ά.
Δεν είναι καινούρια αυτά, τα έχει δοκιμάσει και το ΠΑΣΟΚ παλιότερα και θα τα βλέπουμε περισσότερο στις εργατικές - λαϊκές γειτονιές. Είναι τακτική τους για να μπερδεύεται ο κόσμος. Γι' αυτό πρέπει να έχουμε αντανακλαστικά, να μην πέσει ο κόσμος στις μαζικές οργανώσεις στην παγίδα τέτοιων κινήσεων στο όνομα της «αριστεροσύνης». Η κυβέρνηση όταν απευθύνεται στις λαϊκές μάζες λέει ότι είναι αριστερή αλλά όταν απευθύνεται στους συμμάχους, στην Ευρωζώνη και στην κοινωνική δύναμη από την οποία στηρίζεται εσωτερικά, στο κεφάλαιο, δε λέει ότι είναι αριστερή αλλά κυβέρνηση «κοινωνικής σωτηρίας» από την «ανθρωπιστική» κρίση.
Η ανάγκη του συστήματος για αλλαγή μείγματος διαχείρισης
Λογικά σκεπτόμενος κανείς, θα πει «δεν υπάρχει καμιά αλλαγή;» «Είναι το ίδιο πράγμα με τις προηγούμενες κυβερνήσεις ΝΔ - ΠΑΣΟΚ;»
Είναι αλλαγή, αλλά τι είδους; Αυτό το αποτέλεσμα, δρομολογημένο από τις προηγούμενες εκλογές, είναι το καταστάλαγμα των συνεπειών που έφερε η εξαετής οικονομική κρίση στο πώς είναι διαμορφωμένο το αστικό πολιτικό σύστημα στην Ελλάδα τα τελευταία 40 χρόνια. Δηλαδή έπιασε πάτο, έπιασε τα όριά της αυτή η πολιτική που ακολούθησε κατά τη διάρκεια της κρίσης τόσο το ΠΑΣΟΚ όσο και η ΝΔ και ο συνδυασμός τους ως κυβερνήσεις: Το μείγμα της πολιτικής διαχείρισης ανάμεσα στη δημοσιονομική και τη νομισματική πολιτική, δηλαδή την πολιτική που ακολουθεί η κυβέρνηση σε σχέση με το πώς διαμορφώνει τα έσοδα - έξοδα του κράτους και την κυκλοφορία του νομίσματος. Η δημοσιονομική πολιτική επιδρά στη νομισματική και αντίστροφα.
Αυτό που συνήθως ακολουθείται σε συνθήκες κρίσης και που ακολουθήθηκε και την εξαετία που μας πέρασε, είναι η περιοριστική δημοσιονομική πολιτική: Τα έσοδα να μην είναι περισσότερα από τα έξοδα, να μην υπάρχουν ελλείμματα και, βεβαίως, σε συνθήκες που το δημόσιο χρέος, δημιουργημένο σε προηγούμενες περιόδους -κυρίως όχι κρίσης- από την επεκτατική πολική, καλύπτεται με δάνεια. Αυτό το δημόσιο χρέος σε συνθήκες κρίσης αυξήθηκε απότομα, κυρίως ως ποσοστό του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος. Βεβαίως και με παρέμβαση ελέγχου για το πώς πάνε τα έσοδα - έξοδα, το έλλειμμα, και με συγκεκριμένες υποχρεώσεις που επέβαλαν η ΕΕ, η ΕΚΤ κλπ.
Αυτό έπιασε πάτο, δεν μπορεί να συνεχιστεί και πρέπει να περάσει από την περιοριστική στην πιο «χαλαρή», πιο επεκτατική δημοσιονομική πολιτική, δηλαδή να ξοδέψει το κράτος περισσότερα για επενδύσεις. Γιατί ποτέ δε βγαίνει μια οικονομία από την κρίση αν δεν κάνει δημόσιες επενδύσεις, δεν πρόκειται να κινηθεί η έξοδος από την κρίση με μεγάλη άνοδο επενδύσεων από τους ιδιώτες, τους καπιταλιστές, όχι γιατί σταματούν τέτοιες επενδύσεις αλλά γιατί δεν μπορούν να έχουν εκείνο το μέγεθος που είχαν σε περιόδους χωρίς κρίση.
Τον ΣΥΡΙΖΑ, λοιπόν, ως κόμμα της σοσιαλδημοκρατίας αλλά μη φθαρμένο ως κυβερνητικό κόμμα, όπως το ΠΑΣΟΚ, τον χρειαζόταν το σύστημα, το κεφάλαιο για τη διαχείριση της εξουσίας του σε πολιτικό επίπεδο. Τον χρειαζόταν καθώς έχει αναφορές στην επεκτατική πολιτική, ενώ ένα φιλελεύθερο αστικό κόμμα, όπως η ΝΔ, δεν μπορεί παραδοσιακά να βγει ως ιδεολογικός εκφραστής της επεκτατικής πολιτικής, παρόλο που και τα φιλελεύθερα αστικά κόμματα στο παρελθόν έχουν κάνει και επεκτατική δημοσιονομική πολιτική.
Ευρωζώνη και δημοσιονομική πολιτική
Αυτό αν χρειάζεται σήμερα για τους καπιταλιστές δεν είναι μια αλλαγή; Και μήπως με αυτή την αλλαγή δε θα έρθει μια ανάσα για το λαό; Ας συζητήσουμε αναλυτικά αυτά τα δύο ερωτήματα: Πρώτον, αν αυτή η αλλαγή μπορεί να έρθει σχετικά ανώδυνα από την προηγούμενη δημοσιονομική πολιτική και, δεύτερον, αν αυτή η αλλαγή για λογαριασμό του κεφαλαίου, του καπιταλισμού στην Ελλάδα, μπορεί να φέρει και μια αισθητή βελτίωση στη θέση των εργατικών - λαϊκών μαζών, στο μισθό, στη σύνταξη, στις συνθήκες διαβίωσης.
Για το πρώτο: Η δημοσιονομική πολιτική δεν μπορεί να αλλάξει χωρίς αλλαγή της νομισματικής πολιτικής. Τώρα αυτό δεν μπορεί να το αποφασίσει μια κυβέρνηση ή το σύστημά της, η Κεντρική της Τράπεζα, όπως γινόταν παλιά, όπως έγινε περίπου το 1991, '92, '93, που πάλι υπήρχε κρίση στην Ελλάδα και αλλού, γιατί πλέον η Ελλάδα ανήκει στην Ευρωζώνη, δεν έχει δικό της νόμισμα. Εχει κοινό νόμισμα με άλλες καπιταλιστικές οικονομίες και υποχρεώσεις, άρα η αλλαγή αυτή, αν γίνει, πρέπει να γίνει συνολικά στα κράτη - μέλη του ευρώ. Για να γίνει αυτή η αλλαγή της νομισματικής πολιτικής, που θα φέρει και δυνατότητα χαλάρωσης στη δημοσιονομική πολιτική, πρέπει να το αποφασίσει η ΕΚΤ. Αλλά η τελευταία δε θα το αποφασίσει όταν συμφέρει την Ελλάδα και όχι, π.χ., τη Γαλλία, την Ιταλία, την Ολλανδία, αλλά όταν θα συμφέρει όλες τις χώρες ή, αν θέλετε, τουλάχιστον όταν θα είναι ανεκτική σε αυτή την αλλαγή και η Γερμανία, ο κινητήρας της Ευρωζώνης.
Και για να γίνει πιο επεκτατική η δημοσιονομική πολιτική στην Ελλάδα, σημαίνει να βρει τρόπο να ξοδέψει περισσότερα. Ωρίμασε για την καπιταλιστική οικονομία της Ελλάδας η ανάγκη για την επεκτατική πολιτική σε συνθήκες που τείνει να ωριμάσει και σε αρκετές χώρες της Ευρωζώνης που ξαναβρίσκονται σε κρίση ή βρέθηκαν το 2014, όπως η Ιταλία, η Γαλλία οριακά, η Ισπανία. Δε βρίσκεται σε κρίση η Γερμανία και η Ολλανδία, εξ ου και οι αντιδράσεις. Και η νομισματική πολιτική που εξήγγειλε ο Ντράγκι πριν τις εκλογές είναι αποτέλεσμα ενός συμβιβασμού ανάμεσα σε αυτό που θέλει η Ιταλία, η Γαλλία, η Ισπανία, η Γερμανία κλπ.
Το σίγουρο είναι ότι μετά από αρκετούς μήνες διαπραγματεύσεων θα βρεθεί μια φόρμουλα μιας πολύ περιορισμένης «χαλάρωσης». Για παράδειγμα, εκεί που οι προηγούμενοι στόχοι ήταν να έχει η Ελλάδα 4% του ΑΕΠ πλεόνασμα, τώρα μπορεί να το πάνε στο 1% ή να συμβιβαστούν μόνο στους ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς. Σε ό,τι αφορά το χρέος, αυτό που θα γίνει σε κάποια φάση θα είναι μια αναμόρφωσή του, μια επιμήκυνση, να αποπληρωθεί σε μεγαλύτερο βάθος χρόνου και ενδεχομένως ένας περιορισμός στα επιτόκια, συμφωνία που ήδη συζητούσε η προηγούμενη κυβέρνηση και είχε καταγραφεί, την έβγαλε μια ευρωπαϊκή εφημερίδα στη δημοσιότητα χωρίς να διαψευστεί.
Γι' αυτό λέμε, και δεν έχουμε άδικο, ότι αυτό που θα κάνει η νέα συγκυβέρνηση δε θα είναι θεαματικά διαφορετικό από αυτό που θα έκανε μια κυβέρνηση με κορμό τη ΝΔ στον επόμενο «τόνο» του χρόνου, γιατί ήταν ώριμο να γίνει, με την κρίση να πιάνει πάτο και να έρχεται η περίοδος της ανάκαμψης, αφού το 2014 κλείνει με μια μικρή άνοδο στη μεταβολή του ΑΕΠ.
Δεν υπόσχονται ούτε καν την αναπλήρωση των απωλειών του λαού
Το δεύτερο ερώτημα που προκύπτει είναι «μήπως ο ΣΥΡΙΖΑ χρησιμοποιήσει αυτή τη μικρή αλλαγή στη δημοσιονομική πολιτική, τον τρόπο εξυπηρέτησης των τόκων του χρέους, για να δώσει κάτι παραπάνω στους εργαζόμενους;»
Μπορούμε να το δούμε με βάση τις εξαγγελίες και με βάση αυτά που λέει όταν διαβουλεύεται με τον Επίτροπο των Οικονομικών, τον αρχιτραπεζίτη της Ευρωζώνης, με τους οικονομικούς υπουργούς άλλων χωρών κλπ.: Λέει απερίφραστα ότι θα συνεχίσει την πολιτική που οδήγησε στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας του κεφαλαίου στην Ελλάδα. Τα είπε ο Σταθάκης παραλαμβάνοντας τα υπουργεία και μάλιστα συνεχάρη τους απερχόμενους. Δεν είναι τυχαίο ότι όλοι οι φορείς του κεφαλαίου έχουν τοποθετηθεί ανοιχτά και θετικά ότι στηρίζουν τη νέα κυβέρνηση.
Τι υπόσχεται; Υπόσχεται μια γενικευμένη άνοδο μισθών και συντάξεων; Γιατί μια επεκτατική πολιτική, που δεν πάει μόνο στο κεφάλαιο αλλά πάει και στο λαό, θα σήμαινε μια γενικευμένη αύξηση μισθών και συντάξεων. Δεν το υπόσχεται. Αυτό που υπόσχεται είναι να δώσει κάτι σε ομάδες που είναι σε πλήρη εξαθλίωση. Ακόμα και το 751 ευρώ για τον κατώτατο μισθό, που αφορά ένα τμήμα μισθωτών, λέει ότι θα γίνει σταδιακά, με αντισταθμίσματα για να μην πέσει η ανταγωνιστικότητα. Αυτό σημαίνει ότι πρώτα θα μειώσει τη φορολογία, τις ασφαλιστικές υποχρεώσεις και μετά θα εφαρμοστεί με μια σειρά άλλα μέτρα που θα δούμε πώς θα εξειδικευτούν. Βέβαια το τμήμα των μισθωτών που πληρώνονται με 751 ευρώ είναι χαμηλό στο σύνολο. Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι ότι ειδικά οι νέοι δε θα το πάρουν με τις συμβάσεις μερικής απασχόλησης, τα 4ωρα κλπ., που έτσι πέφτει ο μισθός. Αυτό δε γίνεται τυχαία. Ξέρουν πάρα πολύ καλά ότι έχει ανέβει πάρα πολύ η παραγωγικότητα της εργασίας και, αντί να προχωρήσουν σε γενική μείωση του χρόνου εργασίας, την κάνουν μέσα από τις ευέλικτες σχέσεις και έτσι κατεβάζουν το μισθό. Σε καμία περίπτωση, λοιπόν, αυτό το 25% που κατά μέσο όρο έχασαν οι μισθοί και οι συντάξεις δεν πρόκειται να επανέλθει, άλλωστε ούτε που το υπόσχεται.
Θα κάνει μια γενικευμένη επαναφορά των περικοπών στις κοινωνικές υπηρεσίες που αφορούν Παιδεία, Υγεία, Πρόνοια; Καμία δέσμευση. Δεν μπορεί να δεσμευτεί, αλλιώς θα έπρεπε να συγκρουστεί με τους καπιταλιστές και να φύγει από την ΕΕ. Αυτές οι περικοπές είναι απαραίτητες για τους καπιταλιστές στην Ελλάδα και σε οποιαδήποτε χώρα, είτε με κρίση είτε χωρίς κρίση, και τα συμφώνησαν διαμορφώνοντας την ΕΕ και την Ευρωζώνη. Για να κάνει προσλήψεις πρέπει να αλλάξει τελείως τη λογική του κρατικού προϋπολογισμού, του «τι παίρνω - πού δίνω», τη λογική «δίνω στο κεφάλαιο για επενδύσεις», της επεκτατικής πολιτικής και σε καμία περίπτωση δεν υπόσχεται, δε θέλει, ούτε μπορεί να το κάνει.
Λέει η νέα κυβέρνηση ότι είναι με τις μεταρρυθμίσεις και τις ιδιωτικοποιήσεις. Βεβαίως κάποιες αναστέλλει, όχι για να καταργηθεί η συμμετοχή του κεφαλαίου σε αυτές τις επιχειρήσεις και να προκύψουν καλύτερα τιμολόγια για το λαό αλλά για να προκύψουν καλύτερα τιμολόγια για όλους τους βιομηχάνους. Για παράδειγμα, δεν πρόκειται να φύγει το ιδιωτικό κεφάλαιο από τη ΔΕΗ και να γίνει αποκλειστικά δημόσια η όποια επιχείρηση στην παραγωγή Ενέργειας. Δεν πρόκειται να γίνουν κρατικοποιήσεις των υπαρχουσών ιδιωτικών επιχειρήσεων παραγωγής ηλεκτρικής Ενέργειας. Θα αλλάξει την ιδιωτικοποίηση του ΑΔΜΗΕ, του οργάνου διανομής, αφού υπάρχει τμήμα του κεφαλαίου που θέλει να μείνει στο δημόσιο. Το ίδιο συμβαίνει και στον ΟΛΠ. Δε θα σταματήσει την επέκταση της «COSCO» αλλά θα προσανατολίσει τη νέα συμφωνία στην επέκταση των χρήσεών της χωρίς να της πουλήσει εδάφη στα οποία μπορεί να γίνει επέκταση του λιμανιού, κάτι που δεν το ήθελαν μια σειρά εφοπλιστών για τους δικούς τους λόγους.
Παρόμοιες είναι όλες οι αλλαγές στο κομμάτι των ιδιωτικοποιήσεων που δε σημαίνουν σύγκρουση με την απελευθέρωση των αγορών ή φτηνά τιμολόγια για το λαό. Τα τιμολόγια θα είναι ακριβά για το λαό, φτηνά για τις βιομηχανίες και, από την άλλη, κρατώντας τα μέσα τιμολόγια σε υψηλά επίπεδα θα ρίξει τις τιμές για τους πιο φτωχούς, δημιουργώντας και αντιθέσεις ανάμεσα στους εργαζόμενους: Να μη βλέπουν ότι εχθρός τους είναι το κεφάλαιο και το φτήνεμα της Ενέργειας στη βιομηχανία. Θα το δέχεται αυτό ο λαός γιατί ο καπιταλιστής θα λέει ότι πρέπει να πάρει φτηνότερο ρεύμα για να γίνει πιο ανταγωνιστικός και να δίνει δουλειά.
Βαθιά ιδεολογική - πολιτική δουλειά σε άμεση σύνδεση με τη δουλειά στο κίνημα
Το διά ταύτα είναι ότι η νέα κυβέρνηση θα διαχειριστεί με ένα παρόμοιο τρόπο που θα διαχειριζόταν οποιασδήποτε κομματικής σύνθεσης αστική κυβέρνηση για λογαριασμό του κεφαλαίου στις σημερινές συνθήκες, που είναι διαφορετικές. Βεβαίως, θα βάλει αναγκαστικά φρένο, αφού δε σηκώνει άλλο η οικονομία, σε περαιτέρω μειώσεις μισθών και συντάξεων. Δε θα φέρει όμως μια αλλαγή έστω για την ανάκτηση των απωλειών της εξαετίας, βελτίωση για το σύνολο των εργατικών - λαϊκών μαζών.
Αυτό σημαίνει ότι το εργατικό - λαϊκό κίνημα πρέπει να κατακτήσει την αυτοτέλειά του σε σχέση με τη διεκδίκηση των απωλειών και την ικανοποίηση των αναγκών του και βεβαίως αυτά δεμένα με την προοπτική της δημιουργίας των προϋποθέσεων για να αλλάξει χέρια η εξουσία.
Είναι κρίσιμο ζήτημα για το εργατικό - λαϊκό κίνημα να μην περάσει τη δεκαετία που πέρασε όταν έγινε το ΠΑΣΟΚ για πρώτη φορά κυβέρνηση. Ο κάθε κλάδος να μετρήσει τις ανάγκες, τα επίμαχα της καθημερινότητας. Μπορεί να ξεκινήσει τις συσκέψεις, τις συζητήσεις μέσα στο χώρο δουλειάς, στις επιτροπές αγώνα, τις απεργιακές διεκδικήσεις, τις στάσεις εργασίας, διότι μπροστά μας θα έχουμε μια παρόμοια κατάσταση σε ό,τι αφορά την κυβερνητική πολιτική.
Τέλος, είναι στιγμή για μια βαθιά πολιτική - ιδεολογική δουλειά που θα συνδέεται, ταυτόχρονα, με τη δουλειά στο κίνημα, στον τόπο δουλειάς, στους συλλόγους, τους φορείς. Υπάρχουν προγραμματισμένες δραστηριότητες σε όλα τα επίπεδα και με τη δική σας συμβολή θα προκύψει η ενημέρωση και η γνώση που είναι στοιχεία κινητοποίησης. Να προκύψει και από τις μαζικές οργανώσεις, εργατών, γυναικών, αυτοαπασχολούμενων, μέσα από τις Λαϊκές Επιτροπές.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου